ὑπνοῖς

ὑπνοῖς
ὑπνάω
pres opt act 2nd sg (attic epic doric)
ὑπνόω
put to sleep
pres opt act 2nd sg
ὑπνόω
put to sleep
pres subj act 2nd sg
ὑπνόω
put to sleep
pres ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ὕπνοις — Ὕπνος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕπνοις — ὕπνον lichen neut dat pl ὕπνος sleep masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • APOMAGDALIAE — Graece ἀπομαγδαλίαι, quid sint apud veterem Scholiastem Homeri Odyss. κ. v. 216. ubi de canibus Poeta, Ω῾ς δ᾿ ὅταν ἀμφὶ ἄνακτα κύνες δαίτηςθεν ἰόντα Σαίνωσ᾿ (ἀεὶ γάρ τε φέρει μειλίγμκτα ςθυμοῦ) Ut cum circa herum canes e convivio euntem… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υπερχαλαστικός — ή, όν, Α [ὑπερχαλῶ] αυτός που επιφέρει μεγάλη χαλάρωση, μεγάλη ξεκούραση («ὑπερχαλαστικοῑς ὕπνοις», Ιπποκρ.) …   Dictionary of Greek

  • ύπνος — Φυσιολογικό φαινόμενο, που χαρακτηρίζει όλα τα ανώτερα ζώα και συνίσταται σε αυτόματη αναστολή των νευρικών και ψυχικών δραστηριοτήτων, που μας συνδέουν με τον εξωτερικό κόσμο. Στη διάρκεια του ύ. είναι ελαττωμένα ο μυϊκός τόνος, η αρτηριακή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”